27.11.2021

Η κατ’ άρθρο 924 του ΚΠολΔ επιταγή, που αποτελεί την πρώτη πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, συνάμα δε και την προδικασία αυτής, είναι η έγγραφη πρόσκληση του επισπεύδοντος προς τον καθ’ ου η εκτέλεση, με την οποία καλείται αυτός να εκπληρώσει την υποχρέωση του. Με την έννοια ότι δεν απευθύνεται ούτε λαμβάνει χώρα ενώπιον Δικαστηρίου, η επιταγή είναι εξώδικη πράξη. Συνάμα όμως αποτελεί και διαδικαστική πράξη της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, το δε έγγραφο της επιταγής φέρει το χαρακτήρα του δικογράφου.

Περαιτέρω, από άποψη νομικής φύσεως της εμπεριεχόμενης δηλώσεως βουλήσεως του επιτάσσοντος, αυτή αποτελεί πράξη δικαίου υπό τη στενή του όρου έννοια και ειδικότερα δικαστική πράξη  ανακοινώσεως βουλήσεως (βλ. σε Μπρίνια, Αναγκαστική Εκτέλεση, κάτω από το άρθρο 924, παρ. 114 με εκεί παραπομπές στη νομική θεωρία και νομολογία) ή κατ’ άλλη ορολογία «οιονεί δικαιοπραξία», κατευθυνόμενη προς ορισμένο αποτέλεσμα επερχόμενο εκ του νόμου ανεξαρτήτως των ηθελημένων από τον επιτάσσοντα αποτελεσμάτων (βλ. σε Μπαλή, Γενικαί Αρχαί, παρ. 32).

Συνέπεια της άνω φύσεως της επιταγής είναι η δυνατότητα παραιτήσεως απ’ αυτήν (άρθρα 294, 299 του Κ.Πολ.Δ.) με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά (κατά τη συζήτηση της κατ’ αυτής ασκηθείσας ανακοπής) ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του επιτάσσοντος ή με δήλωση στις προτάσεις (σύμφωνα με το άρθρο 297 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από άρθρο 1 άρθρο δεύτερο παρ. 2 του Ν. 4335/2015), η δε παραίτηση από την επιταγή προς εκτέλεση έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται πως δεν ασκήθηκε η επιταγή (δεν πραγματοποιήθηκε η επίδοση αυτής) και να στερείται εντεύθεν αντικειμένου η κατ’ αυτής ασκηθείσα ανακοπή (ΑΠ 80/2004, ΕλλΔνη 45, 745, ΑΠ 614/2001, ΕλλΔνη 43, 120, ΕφΑΘ 8180/2004, Τ.Ν.Π. ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).

Η παραίτηση δε αυτή από την επιταγή μπορεί να είναι ρητή ή σιωπηρή, όμως μόνη η επίδοση νέας επιταγής δεν υποδηλώνει παραίτηση από την προηγούμενη (ΕφΑΘ 8058/2007, ΕλλΔνη 49, 1099). Έτσι ο ανακόπτων, σε περίπτωση που η ανακοπή του ασκήθηκε πριν την επίδοση του δικογράφου παραιτήσεως από την επιταγή σ’ αυτόν από τον επιτάσσοντα ή την κατ’ άλλο τρόπο παραίτηση του από την επιταγή, στερείται πλέον εννόμου συμφέροντος για την εκδίκαση της ανακοπής του και την έκδοση αποφάσεως επ’ αυτής (ΕφΑΘ 4340/1993, ΕλλΔνη 37, 398, ΕφΑΘ 8659/2000, Τ.Ν.Π. ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑθ 6892/2013, Τ.Ν.Π. ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).