Έχει κριθεί νομολογιακά με πληθώρα δικαστικών αποφάσεων, ότι όσον αφορά στην άσκηση αγωγής διάρρηξης δεν απαιτείται να έχει βεβαιωθεί δικαστικά η απαίτηση του δανειστή, ούτε να είναι εξοπλισμένη με τίτλο εκτελεστό, ούτε δυνάμει τούτου ο δανειστής να έχει προβεί σε δικαστική καταδίωξη του οφειλέτη που και αυτή να έχει αποβεί ατελέσφορη (ΑΠ 121/1998 43. 52, ΑΠ 862/1998 ΕλλΔνη 40,1159. ΕφΑΘ 4169/1999 ΕλλΔνη 40,1169, 9585/1998 ΕλλΔνη 40.649, ΕφΑΘ 7827/1998 ΕλλΔνη 40,1162, Εφ πειρ. 1453/1995 ΕλλΔνη 1453 38.681, Εφπειρ. 433/1994 ΕλΔνη 36.686).
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 939 επ., σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 874 A. Κ., 699 Εμπ. Ν, 112 ΕισΝΑΚ, και 64-67 του ν. δ. της 17/7-13/8.1923 “περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών” προκύπτει, ότι δικαιούται να ζητήσει τη διάρρηξη απαλλοτριωτικής δικαιοπραξίας, κατά την έννοια του άρθρου 939 A. Κ., κάθε δανειστής του οποίου η απαίτηση είναι, κατά το χρόνο που επιχειρήθηκε η απαλλοτρίωση, γεγενημένη, έστω και αν τελεί υπό προθεσμία ή είναι αιρετική ή ανεκκαθάριστη, εφόσον ο οφειλέτης αποσκοπούσε στη ματαίωση της ικανοποίησης της απαίτησης αυτής, αρκεί αυτή να καταστεί ορισμένη, απαιτητή και ληξιπρόθεσμη έως την πρώτη συζήτηση της αγωγής (36/2020 ΕφΛαμ).
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 939 έως 945 ΑΚ που προβλέπουν την προστασία των δανειστών σε περίπτωση που ο οφειλέτης τους προβαίνει σε απαλλοτρίωση των περιουσιακών του στοιχείων με σκοπό τη βλάβη τους, οι προϋποθέσεις για τη διάρρηξη της απαλλοτρίωσης είναι: (α) απαλλοτρίωση από τον οφειλέτη, (β) σκοπός βλάβης των δανειστών, η οποία προκαλείται με την ελάττωση λόγω της απαλλοτρίωσης της περιουσίας του οφειλέτη με αποτέλεσμα η περιουσία που απομένει να μην επαρκεί για την ικανοποίηση των αξιώσεων των δανειστών και (γ) γνώση του τρίτου, προς τον οποίο γίνεται η απαλλοτρίωση, ότι ο οφειλέτης απαλλοτριώνει με σκοπό τη βλάβη των δανειστών.
Όσον αφορά στη θέση του εγγυητή όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 847, 850 και 851 ΑΚ, με την εγγύηση που έχει παρεπόμενο σε σχέση με την κύρια σύμβαση χαρακτήρα, ο εγγυητής αναλαμβάνει την ευθύνη, ενεχόμενος πλήρως έναντι του δανειστή, όπως κάθε γνήσιος οφειλέτης, ότι ο πρωτοφειλέτης θα καταβάλει την οφειλή του. Σε περίπτωση που καταβάλει αυτός την οφειλή του πρωτοφειλέτη, εκπληρώνεται μεν η παροχή του τελευταίου, συγχρόνως όμως εκπληρώνει και τη δική του παροχή που αποσκοπεί στην εκπλήρωση της παροχής του πρωτοφειλέτη. Συνεπώς και ο εγγυητής είναι οφειλέτης κατά την έννοια του άρθρου 939 ΑΚ και κάθε απαλλοτρίωση από μέρους του που έγινε προς βλάβη του δανειστή του, ο οποίος είναι ο ίδιος με αυτόν του πρωτοφειλέτη, υπόκειται σε διάρρηξη εφ’ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 939 Α.Κ. (862/1998 ΑΠ).