Όπως γίνεται θεωρητικά [1] και νομολογιακά δεκτό [2], για το ορισμένο της αιτήσεως εκδόσεως κληρονομητηρίου, απαιτείται η επίκληση και η απόδειξη της ύπαρξης διαθήκης (1957 ΑΚ), με προσκόμιση του πρακτικού δημοσιεύσεως αυτής. Σε περίπτωση δε ιδιόγραφης διαθήκης, απαιτείται και η προσκόμιση δικαστικής αποφάσεως που να την κηρύσσει κυρία.
Έτσι, σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 4390/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, «Κατά το άρθρο 1956 ΑΚ, το δικαστήριο της κληρονομιάς, ύστερα από αίτηση του κληρονόμου, του παρέχει πιστοποιητικό για το κληρονομικό του δικαίωμα και για τη μερίδα που του αναλογεί (κληρονομητήριο). Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθ. 819 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι το κληρονομητήριο είναι πιστοποιητικό του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομιάς για το δικαίωμα ορισμένου κληρονόμου, καταπιστευματοδόχου, κληροδόχου ή εκτελεστή διαθήκης, που εκδίδεται κατόπιν αποφάσεως του ίδιου δικαστηρίου. Περαιτέρω, κατά το άρθ. 1961 ΑΚ το κληρονομητήριο παρέχεται μόνον αν το δικαστήριο κρίνει ότι έχουν αποδειχθεί όσα αναφέρονται στην αίτηση. Μεταξύ των στοιχείων που πρέπει να επικαλεστεί στην αίτηση του για το ορισμένο αυτής αλλά και να αποδείξει ο αιτών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1957 και 1958 ΑΚ, είναι η διαθήκη (εφόσον πρόκειται για διαδοχή από διαθήκη), την ύπαρξη και το περιεχόμενο της οποίας πρέπει ο αιτών να αποδείξει με την προσκόμιση του πρακτικού δημοσίευσης αυτής, το οποίο συντάσσεται από το αρμόδιο για τη δημοσίευση της διαθήκης δικαστήριο ή την αρμόδια προξενική αρχή (άρθρα 807 και 808 ΚΠολΔ). Ειδικότερα όμως στην ιδιόγραφη ή μυστική διαθήκη δεν αρκεί η επίκληση και προσκομιδή του κεκυρωμένου αντιγράφου του πρακτικού δημοσίευσης τους, αλλά πρέπει μαζί με αυτό να αναφέρεται στην αίτηση και να προσκομίζεται, στην περίπτωση ιδιόγραφης διαθήκης, η δικαστική απόφαση με την οποία κηρύχθηκε αυτή κυρία. Ας σημειωθεί ότι η διάταξη του άρθρου 1957 ΑΚ, δεν απαιτεί ρητά η διαθήκη να έχει προηγουμένως δημοσιευθεί και κηρυχθεί κυρία, ενόψει όμως των συνεπειών που συνδέονται με τη χορήγηση κληρονομητηρίου και του τεκμηρίου που δημιουργεί το κληρονομητήριο, πρέπει να έχει προηγηθεί η δημοσίευση της διαθήκης και η κήρυξη της ως κυρίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 807 και 808 ΚΠολΔ (βλ. Απ. Γεωργιάδη, Κληρονομικό Δίκαιο εκδ. 2010 σ. 839, Κλαμαρή στον ΑΚ Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, τόμος Χ, άρθρο 1957, αριθ. 22, σ. 482, άρθρο 1958 αρ. 18, σ. 499, Παπαδόπουλου, Αγωγές Κληρ. Δικαίου Β`, σ. 186)».
Ενδιαφέρουσα και η υπ’ αριθμ. 2734/2005 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, η οποία έκρινε ότι ο αιτών την έκδοση κληρονομητηρίου δεν οφείλει να αναφέρει στην αίτησή του ότι η ιδιόγραφη διαθήκη δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία, οφείλει όμως να προσκομίσει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία προς τούτο[3]: «Οπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 216 παρ. 1, 74-1, 819-821 ΚΠολΔ και 1956-1957 ΑΚ στην αίτηση για την παροχή κληρονομητηρίου ο αιτών έχει το βάρος να αναφέρει εκτός από τα πρόσθετα στοιχεία που απαιτεί το άρθρο 820 ΚΠολΔ μόνο τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στην τελευταία διάταξη (άρθρο 1957) και μεταξύ αυτών τη διαθήκη και το περιεχόμενο αυτής (βλ. ΑΠ 22/1992 ΕλΔ 1993, 1078, ΑΠ 184/1965 ΝοΒ 13. 1072, Παπαδόπουλου, Αγωγές Κληρ. Δικαίου, Β` σελ. 178, Παπαντωνίου Κληρ. Δίκαιο, σελ. 177). Αν λείπουν από την αίτηση τα στοιχεία αυτά, πρέπει να απορρίπτεται ως αόριστη (απαράδεκτη) από το Δικαστήριο (βλ. ΕΑ 9315/1981 ΝοΒ 30. 829, Φίλιο, ΚληρΔ, σελ. 159, ΕΑ 38/1995 ΕλΔ 37. 1136). Αν ο αιτών επικαλείται κληρονομικό δικαίωμα από ιδιόγραφη διαθήκη δεν οφείλει να αναφέρει στην αίτηση ότι η διαθήκη δημοσιεύθηκε και κηρύχθηκε κυρία (CONTRA Κλαμαρής και Α.Κ. Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 1957 αριθ. 22 σελ. 482). Ωστόσο όμως παρότι ο αιτών δεν οφείλει να αναφέρει στην αίτησή του τη δημοσίευση και την κήρυξη κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης, έχει το υποκειμενικό βάρος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 338 και 759 ΚΠολΔ και 1958 ΑΚ, να αποδείξει με την προσκομιδή των πρακτικών, αντίστοιχα, και της δικαστικής αποφάσεως, τη δημοσίευση και την κήρυξη κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης (βλ. Κ. Παπαδόπουλου, ό.Π. σελ. 186, Κλαμαρή, ό.Π. άρθρο 1958 αρ. 10, 17, 18, άρθρο 1959 αρ. 7)». Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι το ως άνω ζήτημα περί αναγραφής ή μη στην αίτηση εκδόσεως κληρονομητηρίου της δημοσιεύσεως και κηρύξεως κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης ως στοιχείου του ορισμένου της αιτήσεως ερίζεται στη νομολογία, αφού η υπ’ αριθμ.116/2011 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσων έκρινε ότι «Αν ο αιτών επικαλείται κληρονομικό δικαίωμα από ιδιόγραφη διαθήκη, πρέπει, για το ορισμένο της αίτησης του, παρ’ ότι δεν απαιτείται ρητά από τη διάταξη του άρθρου 1957 ΑΚ, να αναφέρει ότι η διαθήκη έχει προηγουμένως δημοσιευθεί και κηρυχθεί κυρία, σύμφωνα με την άποψη (βλ. Κλαμαρή στον ΑΚ Γεωργιάδη – Σταθόπουλου άρθρο 1957 αρ.22 σελ.4852), με την οποία συντάσσεται και το Δικαστήριο τούτο, εν όψει των συνεπειών που συνδέονται με τη χορήγηση του κληρονομητηρίου και του τεκμηρίου που αυτό δημιουργεί (contra ΕΑ 2734/2005 ό.π., Παπαδόπουλος ό.π. σελ. 186, που δέχονται ότι απαιτείται μόνο η προσκόμιση πρακτικών δημοσίευσης και απόφασης κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης για την κατ’ ουσίαν ευδοκίμηση της)»[4].
[1] Βλ. ενδεικτικά Β. Α. Βαθρακοκοίλη, ΕρΝομΑΚ, Ερμηνεία-Νομολογία Αστικού Κώδικα (Κατ’ άρθρο), Τόμος ΣΤ΄, Ημίτομος Β΄, Κληρονομικό Δίκαιο, Άρθρα 1871-2035 και ο Εισαγωγικός Νόμος Αστικού Κώδικα, Αθήνα 2010, σελ. 394 (υπό άρθρο 1957) και Κ. Α. Παπαδόπουλο, Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου, Τόμος Δεύτερος, Θεωρία – Νομολογία – Πράξη, Αθήνα 1995, σελ. 186.
[2] Βλ. ΜονΠρΠειρ 4390/2013, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠΑ 676/2007, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ.
[3] Βλ. ΕφΑθ 2734/2005, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ. Έτσι και η ΜΠΑ 3980/2008, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ.
[4] Βλ. ΕφΔωδ 116/2011, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗ